Στην χώρα μας, κακά τα ψέματα, διακοπές σημαίνουν θάλασσα και ήλιος. Το ψάρεμα είναι ένας από τους τρόπους για να περάσουμε ξέγνοιαστες και όμορφες στιγμές στα γαλανά νερά.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι ψαρέματος τόσο από την στεριά όσο και από το σκάφος. Καθένας από αυτούς έχει την δική του χάρη και προσφέρει την ανάλογη διασκέδαση. Αυτό που αλλάζει σε κάθε τεχνική ψαρέματος είναι οι απαιτήσεις, που άλλοτε είναι υψηλές και άλλοτε χαμηλές. Τα περισσότερα ψαρέματα από σκάφος διαθέτουν υψηλές απαιτήσεις, όχι μόνο σε εξοπλισμό αλλά και σε γνώσεις καθώς και σε εμπειρία. Παρόλα αυτά υπάρχουν ακόμα διασκεδαστικά ψαρέματα, αγχολυτικά θα έλεγα καλύτερα, όπως το ψάρεμα των θράψαλων σε μεγάλα βάθη.
Η «παγίδα»
Για το ψάρεμα αυτό δεν είχα άποψη γιατί παρά τις πολλές προσκλήσεις που είχα από τον θείο μου, ποτέ δεν αποφάσιζα σοβαρά να πάω μαζί του σε μια τέτοια εξόρμηση. Άλλωστε πως θα γινόταν ένας τόσο «εξειδικευμένος» ψαράς από την ακτή σαν εμένα, να μπει σε σκάφος για να ασχοληθεί με αυτόν το απλό και ποταπό τρόπο ψαρέματος!!! Αυτή ήταν η χιουμοριστική απάντηση που του έδινα κάθε φορά αλλά η αλήθεια ήταν ότι ήμουν πολύ απορροφημένος στο spinning για να αφιερώσω χρόνο σε άλλο ψάρεμα. Ο μπάρμπας ασχολούταν πολλά χρόνια με αυτό φανατικά, έχοντας δοκιμάσει τα πάντα για να έχει το καλύτερο αποτέλεσμα. Το μόνο που του έλειπε ήταν η παρέα οπότε για να με πείσει μου έφτιαξε την τέλεια παγίδα! Σάββατο μεσημέρι, την ώρα που απολάμβανα την μεσημεριανή μου «σιέστα», χτύπησε το κουδούνι του σπιτιού. Με τα χίλια ζόρια σηκώθηκα και άνοιξα την πόρτα. Ένας φουριόζος μπάρμπα-Νίκος μπήκε μέσα και άρχισε φωνάζει : «Ντύσου, φύγαμε!». «Τι έγινε;;;» τον ρώτησα, για να πάρω την απάντηση-φάκα ότι δήθεν έχουν έρθει μεγάλα καρβούνια και πρέπει να πάμε να τα ψαρέψουμε με spinning από σκάφος.
Στο άκουσμα της λέξης spinning έφαγα όλο το τυράκι μαζί με τη φάκα και σε λίγα λεπτά ήμουν έτοιμος με τα καλάμια στο χέρι. Μετά από μια ώρα και κάτι βρεθήκαμε να αρμενίζουμε στα γαλήνια νερά του Κορινθιακού. Βλέποντας τους γλάρους γαλήνιους να ξεκουράζονται πάνω στο νερό, άρχισα να προβληματίζομαι και τότε το μάτι μου έπεσε σε μια πλαστική σακούλα που βρισκόταν στα πόδια μου. Μέσα της υπήρχε κάτι βαρύ τυλιγμένο σε εφημερίδα. Κάνοντας τους ανάλογους συνειρμούς στο μυαλό μου, η έκφραση του προσώπου μου μαρτύρησε την απόρροια των σκέψεων μου. Ο μπάρμπας βλέποντας με, ξεκαρδίστηκε στα γέλια και αφού μετά από λίγο συνήλθε, μου είπε ότι σε λίγο θα σουρούπωνε όποτε έπρεπε να κατευθυνθούμε στο «μέρος». Την είχα πατήσει για τα καλά και ήμουν εγκλωβισμένος στο σκάφος όποτε οι επιλογές μου δεν ήταν πολλές. Μάζεψα τα κουτιά από τα τεχνητά και αποθήκευσα τα καλάμια ενώ ο μπάρμπας ξεδίπλωσε από τις εφημερίδες τις θραψαλιέρες. «Τυχερός είσαι! Έχω και για σένα θραψαλιέρες!» μου είπε με ύφος για να ακούσει τρομερά γρυλίσματα από το βάθος του φάρυγγα μου.
Ο μαθητής και ο δάσκαλος
Αφού μάζεψα τα πράγματα μου, κατευθυνθήκαμε στο βαθιά για να ευθυγραμμιστούμε με τα τρία σημάδια στον ορίζοντα που θα μας υποδείκνυαν το «μέρος» δηλαδή τον τόπο όπου θα γινόταν η συνάντηση με αυτά τα μεγάλα μαλάκια. Όταν φτάσαμε εκεί, είχε ήδη σουρουπώσει και σβήσαμε την μηχανή. Άρχισα τις ερωτήσεις για να κατατοπιστώ στο τι θα πρέπει να κάνω και ο μπάρμπας άρχισε την ανάλυση μην μπορώντας να ξεχάσει έστω και για μια στιγμή το επάγγελμα του δηλαδή ότι είναι καθηγητής μέσης εκπαίδευσης. Έτσι αρχίσαμε από τα στοιχειώδη : «Αυτό είναι ένα καρούλι με εκατό μέτρα πετονιάς διαμέτρου 1,00 χιλιοστών που στο τέλος της έχουμε τοποθετήσει ένα στριφτάρι και μια μεγάλη παραμάνα.
Σε αυτήν τοποθετούμε την φωσφορούχα θραψαλιέρα και κάτω από αυτήν συνδέουμε με παραμάνα ένα κομμάτι ίδιας πετονιάς γύρω στους εξήντα πόντους. Στο τέλος του κομματιού δένουμε μια στριφτοπαραμάνα, στην οποία θα περάσουμε το «καυτερό» όταν το δολώσουμε». Υπομονετικά και με πολύ κατανόηση, περίμενα να τελειώσει την παρουσίαση ξέροντας ότι τα δύσκολα δεν έχουν έρθει ακόμα. Κατόπιν πήρα την εντολή να ανοίξω το ψυγείο και να βγάλω την σακούλα με τα δολώματα. Εκεί μέσα υπήρχαν στρατιωτικά στοιβαγμένες μερικές σαρδέλες της κακιάς ώρας από τις οποίες διάλεξε δυο για να δολώσουμε. Εννοείται ότι δεν μπορούσε να ρισκάρει, αφήνοντας εμένα να δολώσω το δικό μου καυτερό παρά ανέλαβε αυτός την τρομερή ευθύνη, εξηγώντας αναλυτικά την κάθε κίνηση που έκανε. Η ώρα περνούσε και σαν να είχα γυρίσει πίσω στα θρανία περίμενα να ακούσω το κουδούνι του διαλείμματος. Τα δύσκολα είχαν έρθει γιατί τώρα έπρεπε να μου εξηγήσει τον τρόπο ψαρέματος : «Θα αφήσεις την αρματωσιά να κατεβεί ομαλά στον βυθό, ξετυλίγοντας την από το καρούλι. Αν την ώρα που κατεβαίνει νιώσεις να ελαφραίνει, τέντωσε απότομα.
Αν αισθανθείς βάρος άρχισε να την ανεβάζεις ασταμάτητα γιατί και με το παραμικρό δισταγμό μπορεί το θράψαλο να φύγει από πάνω. Το καρούλι έχει γύρω στα εκατό μέτρα πετονιάς οπότε αν δεν γίνει τίποτα στο κατέβασμα, άρχισε να ανεβάζεις την αρματωσιά, σταματώντας την κατά διαστήματα. Όταν την σταματάς, εκτέλεσε αρμονικές κινήσεις πάνω-κάτω. Στο ανέβασμα άμα νιώσεις το παραμικρό βάρος, κάρφωσε γρήγορα γιατί αλλιώς θα σου πάρει την σαρδέλα, προτού προλάβεις να πεις το όνομά σου. Όσο νυχτώνει, τα θράψαλα θα ανεβαίνουν προς την επιφάνεια όποτε τα πράγματα θα είναι πιο εύκολα». Αφού τελείωσε το σεμινάριο, ήρθε επιτέλους η ώρα να καταποντίσω την αρματωσιά μου.
Πρώτη «στενή επαφή…»
Το βάρος της αρματωσιάς ήταν τόσο μεγάλο που για να την κατεβάσω αργά, απλώς έσφιξα με δύναμη την πετονιά. Είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει και ο μπάρμπας άναψε τον προβολέα, αφού πρώτα τον στήριξε στον σκαρμό της βάρκας. Μια δέσμη φωτός εισχώρησε στα μαύρα νερά, παλεύοντας να φτάσει σε όσο πιο μεγάλο βάθος μπορούσε. Η αρματωσιά μου ταξίδευε προς στα αιώνια σκοτάδια και εγώ δεν μπορώ να πω ότι είχα καμία αίσθηση του τι γίνεται εκεί κάτω. Η πετονιά στο καρούλι τελείωσε και άρχισα την κοπιαστική διαδικασία του ανεβάσματος. Με τα σταματήματα και τα ανεβοκατεβάσματα μου φάνηκε πως πέρασε ένας αιώνας μέχρι να την φέρω πάνω. Όταν τελικά τα κατάφερα, άνοιξα τον φακό μου για να τη ελέγξω. Η σαρδέλα είχε εξαφανιστεί, χωρίς να καταλάβω τίποτα! «Άχρηστε, στην φάγανε! Τσάμπα τα μαθήματα!!», φώναξε ο μπάρμπας από την άλλη μεριά της βάρκας και όπως ήταν φυσικό άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Η ανταλλαγή πειραγμάτων οδήγησε στην επιβολή στοιχήματος για το ποιος θα κερδίσει την μάχη της βραδιάς. Ξάναριξα την αρματωσιά δολωμένη και αυτήν την φορά προσπάθησα να συγκεντρωθώ στην άκρη της πετονιάς μου. Κάποια στιγμή μου φάνηκε ότι κάτι περίεργο γινόταν οπότε κάρφωσα βίαια. Άρχισα να λεβάρω με μανία ενώ ο μπάρμπας με ρωτούσε με αγωνία αν το είχα πιάσει. «Ξέρω ΄γω; Εκατό κιλά είναι αυτή η αρματωσιά! Πώς να καταλάβω αν είναι πιο βαριά;;;» ήταν η απάντηση μου ενώ η ματιά μου ήταν καρφωμένη στην άβυσσο, περιμένοντας με αγωνία να δω το θράψαλο αφού δεν το ένιωθα στην αρματωσιά.
Κάποια στιγμή αυτή άρχισε να εμφανίζεται και έσκυψα όσο πιο πολύ μπορούσα για να δω τι γίνεται κάτω από την βάρκα αλλά μάταια. Δεν μπορούσα να ξεχωρίσω τίποτα. Τελικά στα τελευταία μέτρα κατάφερα να ξεχωρίσω κάτι παράξενο, να κρέμεται από το καυτερό μου. Αναθάρρησα και έπιασα την πρώτη θραψαλιέρα για να το σηκώσω και να το βάλω μέσα στην βάρκα. Ήταν ένα πολύ μικρό θράψαλο το οποίο κρατούσα επιδεικτικά για να το βλέπει ο μπάρμπας ενώ συγχρόνως άρχισα το πείραγμα. Ξαφνικά αυτό το μικρό πραγματάκι εκσφενδόνισε ένα χείμαρρο στο πρόσωπό μου, αφήνοντας με άναυδο! Ο μπάρμπα Νίκος κόντεψε να πέσει στην θάλασσα από τα γέλια και μόνο όταν συνήλθε μου εξήγησε ότι πρέπει να το κρατάω έξω από την βάρκα, μέχρι να βγάλει όλο το νερό που κρύβει στην κουκούλα του. Εκείνη την στιγμή κατάλαβα γιατί είχε φέρει μαζί του μια ολόκληρη πετσέτα μπάνιου! Συνεχίσαμε το ψάρεμα και σιγά, σιγά άρχισα να καταλαβαίνω την γίνεται στην αρματωσιά μου ενώ τα θράψαλα είχαν μαζευτεί από κάτω μας και η διασκέδαση είχε αρχίσει. Το θέαμα ήταν εντυπωσιακό καθώς έρχονταν από τα βαθιά με τα πλοκάμια ανοιχτά στο πλάι. Νόμιζες ότι ανεβάζεις αστερίες με πολλά πόδια!
Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι είχαμε πάρει μαζί όλες και όλες δέκα σαρδέλες τις οποίες μόλις βγάζαμε ένα θράψαλο δεν μπορούσαμε να τις χρησιμοποιήσουμε γιατί τις λιώνανε. Εντωμεταξύ όσο περνούσε η ώρα τα μεγέθη μεγαλώνανε ώσπου ο μπάρμπας κάρφωσε και αναφώνησε : «Ωχ, έπιασα σακί με πέτρες!!!». Σηκώθηκε όρθιος και άρχισε να λεβάρει σταθερά με όλη του την δύναμη λες και σήκωνε την άγκυρα. Παράτησα την δική μου αρματωσιά και πλησίασα για να δω το τέρας να έρχεται από τον βυθό. Μετά από λίγο αρκετά μέτρα από κάτω μας, φάνηκαν τα τεράστια πλοκάμια του και ασυναίσθητα φόρεσα την κουκούλα μου για να προφυλαχτώ από το επερχόμενο ντους. Μόλις το σήκωσε έξω από το νερό άρχισε να πετάει τόσο πολύ νερό προς όλες τις κατευθύνσεις που η ιδέα της ομπρέλας, μου πέρασε από το μυαλό… Το άφησε στον πάτο της βάρκας και έμεινα αποσβολωμένος να το κοιτάζω. Η άγρια όψη του και το εκπληκτικό του μέγεθος δεν θύμιζε σε τίποτα την καλοσυνάτη φιγούρα των ξαδέλφων τους καλαμαριών αλλά παρέπεμπε την φαντασία σου σε ένα κόσμο σκοτεινό όπου μόνο οι ισχυροί επιβιώνουν. Πραγματικά εξωγήινο ον που σου δημιουργούσε δέος στην θέα του. Ένιωσα σαν να είχα την πρώτη μου «στενή επαφή τρίτου τύπου»!
Η εναλλακτική λύση
Όμως με την σύλληψη του τέρατος είχαμε ξοδέψει την τελευταία μας σαρδέλα και φαντάστηκα ότι ήρθε η ώρα να φύγουμε. Μάζεψα την αρματωσιά που σίγουρα δεν θα είχε πάνω δόλωμα αφού αρμένιζε πολύ ώρα μόνη της, όσο εγώ θαύμαζα το μεγάλο θράψαλο. Το χειρότερο ήταν ότι είχα χάσει το στοίχημα και έπρεπε να δεχτώ την καζούρα της ήττας. Μόλις μάζεψα και τα τελευταία από τα εκατό μέτρα πετονιάς, γύρισα προς την μεριά του μπάρμπα για να τον ρωτήσω που να αφήσω το καρούλι. Αυτός κάτι έκανε που δεν μπορούσα να διακρίνω καθαρά. Πήγα λίγο πιο κοντά και τον είδα να βγάζει την πέτσα ενός πλοκαμιού, το οποίο είχε κόψει από το μεγάλο θράψαλο.
Μου έδωσε το μαχαίρι και με «διέταξε» να κάνω το ίδιο. «Τώρα θα μάθεις καινούργια κόλπα αλλά τέτοιο στραβάδι που είσαι χαμένα θα πάνε!» μου είπε με χαμογελαστό ύφος. Η απάντηση μου ήταν ειλικρινέστατη : «Τώρα θα δεις τι θα πάθεις! Ετοιμάσου για διασυρμό!». Μέχρι να ετοιμάσω το πλοκάμι και να το δολώσω στο καυτερό, έβαλε μπροστά την μηχανή για να πάμε στο «μέρος», μιας και το ρέμα μας είχε παρασύρει. Όλα ήταν έτοιμα για την ρεβάνς. Κατέβασα το καυτερό στο βυθό και άρχισα τα σκαμπανεβάσματα. Τότε κάτι γράπωσε την αρματωσιά μου τόσο βίαια που μου πήρε την πετονιά από το χέρι. «Μπάρμπααα, βοήθεια! Θα με πάρει μέσα!» φώναξα για πλάκα, θέλοντας να τον πειράξω λίγο. «Να σε πάρει να ησυχάσουμε!» ήταν η απάντηση. Άρχισα να το ανεβάζω ενώ η πετονιά γλιστρούσε μέσα από τα βρεγμένα μου χέρια. Στην μέση της διαδρομής σκέφτηκα ότι αυτό το ψάρεμα θέλει να κολλάς ένσημα «βαρέα και ανθυγιεινά». Καθώς το θράψαλο άρχισε να φαίνεται χαμηλά κάτω από την βάρκα, με ζώσανε τα φίδια. Άμα το κρατούσα έξω από το νερό μπορεί από το βάρος του να σκιζότανε και θα έχανα το στοίχημα. Από τη άλλη αν το έβαζα κατευθείαν μέσα, θα μας έκανε χάλια με τα νερά που θα πέταγε.
Ένα μικρό διαολάκι μου ψιθύρισε την λύση στο αυτί, οπότε μόλις το τέρας έφτασε επιτέλους στην επιφάνεια το έβγαλα και το άφησα στα πόδια του μπάρμπα για να τον κάνει μούσκεμα. Το τι έγινε δεν περιγράφεται! Ένα χάος! Τελευταία στιγμή πρόλαβα να σώσω την φωτογραφική μηχανή και το κινητό μου ενώ οι κατάρες του μπάρμπα πρέπει να ακουστήκαν μέχρι την πατρίδα του, την Εύβοια. Για να τον εκνευρίσω περισσότερο άρχισα τις φιλοφρονήσεις στον εαυτό μου, τονίζοντας το πόσο μεγάλος ψαράς είμαι! Το ήξερα ότι δεν μπορούσε να κρατηθεί για πολύ και αρχίσαμε να γελάμε. Το θηρίο δεν χώραγε στον κουβά και η όψη του ήταν τόσο αγριεμένη που ένιωθα τα μεγάλα του μάτια καρφωμένα πάνω μου. Οι αρματωσιές κατέβηκαν πάλι στον βυθό και η κόντρα είχε ανάψει για τα καλά. Το θαυματουργό πλοκάμι έκανε την δουλειά του, αφού το τίμησαν αρκετά μεγάλα θράψαλα. Επίσης πιάστηκαν επιτέλους δυο θράψαλα στην θραψαλιέρα από φωσφόρο, που είχα αρχίσει να νομίζω ότι την έχουμε μόνο για βάρος. Μετά από μισή ώρα και πολλές διαπραγματεύσεις, αποφασίσαμε ότι το σκορ ήταν ισοπαλία και ότι ο αγώνας έπρεπε να λήξει. Είχαμε πιάσει αρκετά θράψαλα, περάσαμε όμορφα και δεν χρειαζόταν να το παρακάνουμε.
Διασκεδάστε!
Μετά από αυτό το ψάρεμα ακολούθησαν και μερικά ακόμα. Το περίεργο ήταν ότι νόμιζα πως το ψάρεμα των θράψαλων θα ήταν για μένα ένας χαλαρωτικός τρόπος να ξεφύγω από τις απαιτήσεις των εξειδικευμένων τεχνικών της ακτής. Στην πορεία έπιασα τον εαυτό μου να ψάχνει για καλάμια και μηχανισμούς ειδικά για αυτό το ψάρεμα, νήμα, ειδικούς προβολείς και μπαταρίες, μυστήριες θραψαλιέρες, διαφορετικά δολώματα, λαμπάκια κ.α. Ευτυχώς συνήλθα γρήγορα και έβαλα φρένο στον εαυτό μου, επιτρέποντας του μόνο την χρήση του καλαμιού και του μηχανισμού. Αυτό που θέλω να τονίσω σε όσους σκοπεύουν να ασχοληθούν για πρώτη φορά με το ψάρεμα των θράψαλων είναι ότι πρόκειται για έναν ευχάριστο τρόπο ψαρέματος χωρίς απαιτήσεις. Όσο πιο απλά τόσο πιο καλά, για αυτό διασκεδάστε ελεύθερα!