Μια παρεξήγηση που γίνεται αρκετά συχνά, είναι να συγχέουμε το βάρος με το μέγεθος δηλαδή να νομίζουμε ότι καλαμαριέρες ίδιου μεγέθους έχουν πάνω κάτω το ίδιο βάρος. Αν ζυγίσετε καλαμαριέρες μεγέθους π.χ. #3.0 θα διαπιστώσετε ότι έχουν αρκετά διαφορετικό βάρος. Σαν συμπέρασμα καταλήγουμε ότι το βάρος μιας καλαμαριέρας δεν έχει να καμία σχέση με το μέγεθος της. Γιατί τότε υπάρχουν τόσες καλαμαριέρες με ίδιο μέγεθος και διαφορετικό βάρος; Όλα έχουν να κάνουν με την πλευστότητα της καλαμαριέρας και κατ’ επέκταση με τον τρόπο ψαρέματος μας. Αλλά καλύτερα ας δούμε το θέμα αυτό πιο αναλυτικά.
Καλαμαριέρες ίδιου μεγέθους δεν σημαίνει ότι έχουν το ίδιο βάρος
Πρώτα από όλα, πρέπει να εξηγήσουμε τι εννοούμε με τον όρο «πλευστότητα». Κάθε καλαμαριέρα γαρίδα που ρίχνουμε μέσα στο νερό, έχει κατασκευαστεί για να βυθίζεται άρα όλες ανήκουν στην γενική κατηγόρια πλευστότητας «βυθιζόμενες» ή «sinking» στα αγγλικά. Όμως, δεν έχουν όλες το ίδιο ρυθμό βύθισης με αποτέλεσμα κάποιες να θέλουν περισσότερο χρόνο από κάποιες άλλες, μέχρι να ακουμπήσουν τον πυθμένα. Έτσι, παρόλο που οι καλαμαριέρες γαρίδες είναι βυθιζόμενες, η κάθε μια έχει διαφορετική πλευστότητα μέσα στο νερό και βυθίζεται με διαφορετικό ρυθμό από τις άλλες. Οι διαφορετικοί ρυθμοί βύθισης, μας χρειάζονται ώστε να μπορούμε να ψαρέψουμε σε σημεία στην ακτή με διαφορετικά βάθη. Υπάρχει και άλλος λόγος αλλά θα ασχοληθούμε αργότερα με αυτόν. Οι εταιρείες, όταν κατασκευάζουν μια καλαμαριέρα, έχουν στο μυαλό τους τον ρυθμό βύθισης που θέλουν να έχει το προϊόν, οπότε την ζυγίζουν ώστε να τον επιτύχουν. Πως γίνεται το ζύγισμα;
Η καλαμαριέρα αποτελείται από ένα έρμα και το σώμα το οποίο εσωτερικά είναι κενό
Αυτό είναι πολύ εύκολο αν ρίξετε μια προσεχτική ματιά στην καλαμαριέρα γαρίδα. Κάτω από το κεφάλι της έχει ένα έρμα, συνήθως από μολύβι, το οποίο αποτελεί και το μεγαλύτερο ποσοστό βάρους της κατασκευής. Από την άλλη το σώμα είναι κενό, γεμάτο με αέρα. Το έρμα προσπαθεί να βυθίσει την καλαμαριέρα ενώ από την άλλη ο αέρας προσπαθεί να την ανεβάσει προς την επιφάνεια. Ρυθμίζοντας αυτές τις δυο δυνάμεις (προσθέτοντας έρμα και αφαιρώντας αέρα ή το αντίστροφο) και λαμβάνοντας πάντα υπόψη την άνωση του νερού, οι εταιρείες επιτυγχάνουν τον επιθυμητό ρυθμό βύθισης της καλαμαριέρας που έχουν θέσει από την αρχή σαν στόχο. Στο τέλος, η όλη κατασκευή θα έχει κάποιο βάρος το οποίο για εμάς δεν σημαίνει τίποτα ως προς το πόσο γρήγορα βυθίζεται η καλαμαριέρα μας. Για να το κάνω πιο κατανοητό, αυτό σημαίνει ότι μια καλαμαριέρα π.χ. με 16 γρμ. βάρος δεν πρέπει απαραίτητα να βυθίζεται πιο γρήγορα από μια άλλη με 13 γρμ. βάρος. Υπάρχει περίπτωση, αυτή με τα 13 γρμ. να έχει μεγαλύτερο ρυθμό βύθισης και να φτάνει πρώτη στον πυθμένα. Το ίδιο συμβαίνει και με το μέγεθος. Υπάρχει περίπτωση π.χ. μια καλαμαριέρα #3.0 να βυθίζεται πολύ πιο γρήγορα από μια με μέγεθος #3.5. Για αυτό το λόγο οι εταιρείες συνήθως μας δίνουν τον ρυθμό βύθισης της καλαμαριέρας ώστε να ξέρουμε και εμείς ποια να χρησιμοποιήσουμε σε βαθιά νερά και ποια σε ρηχά νερά.
Αυτός αναγράφεται πάνω στην συσκευασία με την μορφή m/sec ή cm/sec δηλαδή πόσα μέτρα ή εκατοστά κατεβαίνει η καλαμαριέρα μας σε ένα δευτερόλεπτο. Μια καλαμαριέρα με ρυθμό π.χ. 1 m/sec έχει μικρότερο ρυθμό βύθισης από μια καλαμαριέρα με ρυθμό π.χ. 3 m/sec που σημαίνει ότι η πρώτη βυθίζεται πιο αργά από την δεύτερη. Βέβαια, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να βρείτε το ρυθμό βύθισης σε sec/m δηλαδή πόσα δευτερόλεπτα χρειάζεται για να βυθιστεί ένα μέτρο η καλαμαριέρα. Σε αυτή την περίπτωση ισχύει το αντίθετο δηλαδή όσο πιο μικρότερη τιμή αναγράφει ο κατασκευαστής ως ρυθμό βύθισης, τόσο πιο γρήγορα η καλαμαριέρα φτάνει στον πυθμένα. Για παράδειγμα, μια καλαμαριέρα που αναγράφει ρυθμό βύθισης 1 sec/m, βυθίζεται πιο γρήγορα από κάποια που αναγράφει 3 sec/m. Εμείς, σε αυτό το άρθρο για να μην μπερδευτούμε, δεχόμαστε την πρώτη περίπτωση (m/sec) σαν σωστή δηλαδή ότι όσο πιο μικρό ρυθμό βύθισης έχει η καλαμαριέρα τόσο πιο αργά θα κάνει να φτάσει στον βυθό. Μετά από όλα αυτά θα νομίζει κανείς ότι μας είναι άχρηστο να ξέρουμε το βάρος της καλαμαριέρας μας. Αυτό είναι λάθος γιατί καταρχήν θέλουμε να ξέρουμε αν το βάρος της, μας επιτρέπει να την ψαρέψουμε με το καλάμι που έχουμε στην διάθεση μας και πιο συγκεκριμένα αν είναι μέσα στο εύρος του c.w. του καλαμιού. Έπειτα, γνωρίζοντας το βάρος και ξέροντας το μέγεθος της, αμέσως μπορούμε να καταλάβουμε αν θα έχουμε μακρινή ρίψη. Όσο πιο πολύ το βάρος και όσο πιο μικρό το μέγεθος, τόσο πιο πολλά μέτρα μπορούμε να πιάσουμε κατά την ρίψη. Για αυτούς τους λόγους, το να γνωρίζουμε το βάρος της καλαμαριέρας είναι κάτι πολύ χρήσιμο για το ψάρεμα μας. Μια πολύ γενική αντιστοιχία βάρους και μεγέθους κυκλοφορεί στο διαδίκτυο και σας την παραθέτω :
Περισσότερα για τον ρυθμό βύθισης
Αφού ξεκαθαρίσαμε το θέμα του βάρους, ας ασχοληθούμε λίγο περισσότερο με το θέμα του ρυθμού βύθισης της καλαμαριέρας μας. Όπως είπαμε και στην αρχή του άρθρου, ο αρχικός σκοπός της καλαμαριέρας γαρίδας ήταν το όλο σύνολο να βυθίζεται σε σχεδόν οριζόντια θέση και αργά, αργά προς τον βυθό. Ο λόγος ήταν γιατί είχε παρατηρηθεί ότι αυτή η πλεύση της καλαμαριέρας, απομίμηση της κίνησης της γαρίδας, προσέλκυε καλύτερα τα καλαμάρια. Από τότε έχει μπει πολύ νερό στο αυλάκι και δεν χρειάζεται μια καλαμαριέρα να έχει αυτήν την πλεύση για να αποδώσει. Τα καλαμάρια τρέφονται επί τον πλείστον με ψάρια για αυτό ακόμα και πολύ έντονες κινήσεις της καλαμαριέρας μπορούν να δελεάσουν ένα καλαμάρι ώστε να επιτεθεί. Όμως, είναι γεγονός ότι οι περισσότερες επιθέσεις των καλαμαριών στις καλαμαριέρες γίνονται όταν αυτή βυθίζεται, είτε μετά από κάποιο jerk είτε μετά από κάποιο σταμάτημα της πλεύσης. Για αυτό, αν ψαρεύουμε σε ρηχά νερά με μια καλαμαριέρα με μεγάλο ρυθμό βύθισης δεν δίνουμε πολύ χρόνο στο καλαμάρι να κάνει την επίθεση του. Από την άλλη, αν χρησιμοποιήσουμε μια καλαμαριέρα με μικρό ρυθμό βύθισης για να ψαρέψουμε σε βαθιά νερά, θα αρκεστούμε σε ψάρεμα κοντά στην επιφάνεια αφού θα πρέπει να περάσει μια… αιωνιότητα για να πατώσει και αν υπάρχουν ισχυρά ρέματα μπορεί και να μην πατώσει ποτέ. Αυτός είναι ο λόγος που συνήθως επιλέγουμε να ψαρέψουμε σε ρηχά νερά με μικρό ρυθμό βύθισης καλαμαριέρα και στα βαθιά με μεγάλο ρυθμό.
Γνωρίζοντας, θα έχουμε σαφώς καλύτερες επιτυχίες!
Επίσης, γνωρίζοντας τον ρυθμό βύθισης μπορούμε μετά την ρίψη να ξέρουμε σε ποιο βάθος βρίσκεται η καλαμαριέρα μας και πότε θα φτάσει στο βυθό. Αυτό γίνεται ως εξής : αν ο ρυθμός βύθισης της καλαμαριέρας είναι π.χ. 1m/sec τότε, μόλις η καλαμαριέρα ακουμπήσει το νερό αρχίζουμε να μετράμε τα δευτερόλεπτα. Αν το βάθος είναι δέκα μέτρα και θέλουμε να ψαρέψουμε στα μεσόνερα τότε μόλις περάσουν πέντε δευτερόλεπτα αρχίζουμε την πλεύση αφού η καλαμαριέρα μας θα βρίσκεται στα πέντε μέτρα βάθος. Ένας εύκολος τρόπος για να μετράμε τα δευτερόλεπτα χωρίς ρολόι είναι να μετράμε από το χίλια δηλαδή 1001, 1002, 1003 και ούτω καθεξής. Όμως όλα αυτά δεν είναι τόσο ιδανικά όσο φαίνονται. Κυρίως σε μεγάλα βάθη, η παρουσία δυνατών ρευμάτων αλλάζει το ρυθμό βύθισης της καλαμαριέρας προς το… αργότερο δηλαδή παρασύρεται από τα ρεύματα και αργεί πολύ να βυθιστεί ή αν είναι πάρα πολύ δυνατά γίνεται… έρμαιο τους! Μια άλλη περίπτωση που ο ρυθμός βύθισης δεν ισχύει είναι όταν θέλουμε να ψαρέψουμε κοντά στον βυθό σε βαθιά νερά, άνω των δεκαπέντε μέτρων. Εκεί η άνωση είναι πολύ μεγάλη και καθυστερεί την καλαμαριέρα όσο αυτή προσπαθεί να φτάσει στον πυθμένα. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν έχει κανένα νόημα να μετράμε τον χρόνο.
Υπάρχουν καλαμαριέρες που βυθίζονται υπό γωνία 45 μοιρών...
Ένα τελευταίο θέμα που αφορά τον ρυθμό βύθισης είναι το κατά πόσο αυτός επηρεάζει, το πώς φαίνεται η καλαμαριέρα μας μέσα στο νερό. Τι εννοούμε με αυτό; Απλά, σε τι θέση βρίσκεται το σώμα της καλαμαριέρας την ώρα που βυθίζεται. Η θέση αυτή μπορεί να είναι οριζόντια, υπό γωνία ή κάθετη σε σχέση πάντα με το βυθό. Ένας γενικός κανόνας είναι ότι όσο πιο μεγάλος είναι ο ρυθμός βύθισης της καλαμαριέρας τόσο πιο κάθετα αυτή βυθίζεται ενώ όσο πιο μικρός είναι τόσο σε πιο οριζόντια θέση κατεβαίνει προς τον βυθό. Βέβαια, οι κορυφαίες εταιρείες έχουν καταφέρει να κατασκευάσουν καλαμαριέρες με μεγάλο ρυθμό βύθισης που όμως βυθίζονται υπό γωνία… 45 μοιρών! Αυτά ήταν όσα μπορούσαμε να πούμε για αυτό το θέμα.